Δευτέρα 16 Αυγούστου 2010

Η μάχη μεταξύ των συνδυασμών «Ευρωπαϊκό Μαυροβούνιο» και «Καλύτερο Μαυροβούνιο» στις πρόσφατες δημοτικές εκλογές

24.06.10
των Γιώργου Λιμαντζάκη και Bledar Feta
Οι εκλογές της Κυριακής 23ης Μαΐου σε 14 από τους 21 δήμους και σε 2 δημοτικά διαμερίσματα στο Μαυροβούνιο αποτέλεσαν μια μάχη μεταξύ των δύο κυρίαρχων συνασπισμών «Ευρωπαϊκό Μαυροβούνιο» και «Καλύτερο Μαυροβούνιο», τους οποίους χωρίζει βαθύ χάσμα αντιλήψεων και πολιτικών σε σχέση με το μέλλον της χώρας. Οι εκλογές αυτές είχαν μια ιδιαίτερη σημασία, λαμβάνοντας υπόψη τόσο τη συγκυρία της διεθνούς οικονομικής κρίσης, όσο και το γεγονός ότι η τοπική αυτοδιοίκηση στο Μαυροβούνιο διαθέτει αρκετά ευρείες αρμοδιότητες, πολλές εκ των οποίων στην Ελλάδα ανήκουν στην κυβέρνηση και στα υπουργεία. Για το λόγο αυτό, η απόκτηση της απόλυτης πλειοψηφίας σε οποιονδήποτε από τους 21 δήμους (opštine) της χώρας συνεπάγεται τη δυνατότητα σε μεγάλο βαθμό να εφαρμόσει την πολιτική του στο τοπικό επίπεδο. Ιδιαίτερα βαρύνοντα ρόλο έχει η απόκτηση της απόλυτης πλειοψηφίας στην πρωτεύουσα Podgorica, όπου είναι εγγεγραμμένο πάνω από το ένα τρίτο του εκλογικού σώματος της χώρας. Η Podgorica όμως δεν παρουσιάζει ενδιαφέρον μόνο επειδή αποτελεί τον μεγαλύτερο δήμο της χώρας, αλλά και διότι σε αυτόν περιλαμβάνονται σημαντικοί πληθυσμοί εθνικά Μαυροβουνίων, Σέρβων και Αλβανών.
Νικητής των εκλογών αναδείχθηκε το Δημοκρατικό Κόμμα Σοσιαλιστών (Demokratska Partija Socialista, DPS) του πρωθυπουργού Milo Đukanović, το οποίο κατάφερε να αυξήσει σημαντικά την επιρροή κερδίζοντας αρκετούς από τους 14 δήμους στους οποίους έγιναν εκλογές την 23η Μαΐου και ποσοστό 51,94% στην επικράτεια, αν και όχι και την απόλυτη πλειοψηφία στην πρωτεύουσα Podgorica. Το DPS συνεργάστηκε και με μικρότερα κόμματα, σχηματίζοντας συνασπισμό με την ονομασία «Ευρωπαϊκό Μαυροβούνιο» (Evropska Crna Gora), ονομασία που αντανακλά την πρόθεση των κομμάτων του να προωθήσουν περαιτέρω τον δυτικό προσανατολισμό της χώρας και την ένταξη της στους ευρωατλαντικούς θεσμούς. Μεταξύ των κομμάτων που μετείχαν στον συνασπισμό αυτό συγκαταλέγονται αρκετά μειονοτικά, όπως το «Βόσνιοι Μουσουλμάνοι Μαζί Σαν Ένα» (Bošnjaci Muslimani Zajedno-Jedno), όσο το «Αλβανική Δημοκρατική Ένωση» (Demokratska Unija Albanaca / Unioni Demokratik i Shqiptarve) του Ferhat Dinoša, επιδιώκοντας να βελτιώσουν τη θέση και διαπραγματευτική τους δύναμη, όσο και να επηρεάσουν αντίστοιχα την πολιτική της κυβέρνησης. Η στήριξη των κομμάτων αυτών δεν προσδίδει μόνο ψήφους στην κυβερνητική παράταξη, αλλά ενισχύει και το προφίλ ανεκτικότητας της στο εξωτερικό. Η συνεργασία φαίνεται πως είχε υπολογίσιμα αποτελέσματα, καθώς ο συνασπισμός σημείωσε ιδιαίτερα μεγάλα ποσοστά σε δήμους με έντονο μειονοτικό στοιχείο, όπως το Bijelo Polje, το Berane, το Rožaje και το Plav (όπου οι μουσουλμάνοι αποτελούν σε πολλές περιοχές πλειοψηφία), αλλά και στο Ulcinj και το δημοτικό διαμέρισμα του Tuzi της Podgorica (όπου υπάρχει αλβανική πλειοψηφία).


Τα κόμματα της αντιπολίτευσης συγκρότησαν επίσης συνασπισμό προκειμένου να αυξήσουν τα ερείσματα τους και να απειλήσουν την κυριαρχία του DPS, χωρίς ωστόσο να επιτύχουν ικανοποιητικά αποτελέσματα. Το συνασπισμό «Καλύτερο Μαυροβ ούνιο» (Bolja Crna Gora) συγκρότησαν 12 κόμματα, με κυρίαρχα τα: Σοσιαλι στικό Εθνικό Κόμμα (Socialistička Narodna Partija, SNP) του Srđan Milić (16,83%), συνέχεια του κόμματος του Momir Bulatović, Νέα Σερβική Δημοκρατία (Nova Srpska Demokratija, NSD) του Andrija Mandić (9,22%), και Κίνημα για την Αλλαγή (Pokret za Promjene-Možemo, PZP) του Nejboša Medojević (6,03%). Μεγάλο μέρος του εκλογικού κοινού της αντιπολίτευσης αυτοπροσδιορίζονται ως εθνικά Σέρβοι, δηλώνοντας Μαυροβούνιοι μόνο ως προς την υπηκοότητα, για αυτό και κοινό χαρακτηριστικό των περισσότερων κομμάτων του συνασπισμού είναι η αντίθεση στην ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ και το αίτημα να προωθηθεί μια στενότερη σχέση με τη Σερβία. Ωστόσο, παρότι οι εθνικά Σέρβοι αποτελούν αρκετά μεγάλο μέρος του πληθυσμού του Μαυροβουνίου (περίπου 32% αυτού, αριθμώντας περίπου 200 χιλιάδες άτομα), τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν κατάφεραν να συσπειρώσουν το εθνικό αυτό στοιχείο, και σε αντίθεση με την επιτυχία της κυβέρνησης να επιστρατεύσει σημαντική μερίδα μειονοτικών, πολλοί εθνικά Σέρβοι ψήφισαν με βάση τα τοπικά συμφέροντα και προτιμήσεις τους και όχι εθνικά. Παρά ταύτα, η αντιπολίτευση κέρδισε την απόλυτη πλειοψηφία στους δήμους της Pljevlja (με 18 έδρες έναντι 17 του κυβερνητικού συνασπισμού) και του Plužine (με 23 έναντι 6 αντίστοιχα), καθώς και στο δημοτικό διαμέρισμα της Golubovci (με 11 έδρες έναντι 10) στον δήμο της Podgorica. Μεγάλα ποσοστά σημείωσε επίσης στους δήμους Tivat και Herceg Novi, όπου πλειοψηφεί το σερβικό στοιχείο, ενώ η έκπληξη έγινε στον καίριας σημασίας δήμο του Bar, όπου συγκέντρωσε 32%, έναντι της συμμαχίας των DSP και SDP που συγκέντρωσαν 51,5%. Από την άλλη, η αντιπολίτευση έχασε οριακά παραδοσιακά «κάστρα» της, όπως την Andrijevića (όπου σημείωσε 47,91% έναντι 48,38% του κυβερνητικού συνασπισμού) και το Kolašin (με ποσοστά 35,9% και 36,52% αντίστοιχα). Ακόμη μεγαλύτερες απώλειες σημείωσε στους δήμους Žabljak και Šavnik, όπου κυριάρχησε ο κυβερνητικός συνασπισμός (με 50,4% και 53% αντίστοιχα).

Παρότι η αντιπολίτευση δεν κατάφερε την επιθυμητή συσπείρωση, ο εκλογικός χάρτης της χώρας παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς παρατηρείται η τάση ο κυβερνητικός συνασπισμός να κερδίζει σε δήμους όπου είναι έντονη η αίσθηση της μαυροβουνιακής ταυτότητας -ως διακριτής από τη σερβική- (όπως στην παλαιά πρωτεύουσα Cetinje, το Nikšić και το Danilovgrad), αλλά και σε περιοχές με σημαντικούς μειονοτικούς πληθυσμούς. Ο Đukanović αμφισβήτησε το κατά πόσο μπορεί να «γίνεται λόγος για σερβική κοινότητα στο Μαυροβούνιο, όταν τα άτομα αυτά είναι απόγονοι ανθρώπων που έχουν γεννηθεί σε αυτή τη γη» και τονίζοντας ότι «οι άνθρωποι αυτοί απολαμβάνουν όλα τους τα δικαιώματα στην πατρίδα τους, το Μαυροβούνιο». Σημαντικό μέρος της απήχησης και επιτυχίας του κυβερνητικού συνασπισμού οφείλεται και στο ότι κατά την προεκλογική του εκστρατεία ο πρωθυπουργός προέβαλλε πολύ τον αγώνα που έκανε υπέρ της ανεξαρτησίας κατά το δημοψήφισμα του 2006, ενώ υπενθύμισε επανειλημμένα ότι τα φιλοσερβικά κόμματα SNP και NSD είχαν ταχθεί κατά της διάλυσης της ένωσης (State Union) με τη Σερβία, κατηγορώντας τα για ιδιαίτερα στενές σχέσεις με την κυβέρνηση του Βελιγραδίου και ότι υποσκάπτουν την ανεξαρτησία του Μαυροβουνίου. Ο σχετικός ριζοσπαστισμός της αντιπολίτευσης υπήρξε εξίσου καταλυτικός παράγοντας στη συγκρότηση της συμμαχίας κυβέρνησης-μειονοτικών, επιτείνοντας τις φοβίες και της μίας και της άλλη ςπλευράς ότι η άνοδος μιας συντηρητικής αντιπολίτευσης θα μπορούσε όχι μόνο να θέσει σε κίνδυνο την προοπτική ένταξης της χώρας στους ευρωατλαντικούς θεσμούς, αλλά και να απειλήσει την ουσιαστική ανεξαρτησία που απολαμβάνει σήμερα η χώρα, προσδένοντας τη και πάλι με το Βελιγράδι.
Ενδιαφέρουσα υπήρξε όμως και η στάση των μουσουλμάνων του Μαυροβουνίου στις εκλογές, οι οποίοι με βάση την απογραφή του 2003 αριθμούν περίπου 110.000 άτομα (17,74% του πληθυσμού) και διαχωρίζονται σε πέντε επί μέρους εθνοτικές ομάδες: τους Βόσνιους μουσουλμάνους (7,77%), τους Σλάβους μουσουλμάνους (5,07%), τους Αλβανούς (3,01%), τους Μαυροβούνιους μουσουλμάνους (1,5%) και τους Αθίγγανους (0,42%). Πλην των Αλβανών και των Αθίγγανων, οι υπόλοιποι έχουν κοινή σλαβική καταγωγή και μιλούν την σερβοκροατική γλώσσα -συνηθέστερα με την τοπική ije-καβική προφορά- και διαφέρουν μόνο ως προς τον αυτοπροσδιορισμό, με τους Βόσνιους μουσουλμάνους να θεωρούν τη θρησκευτική διαφορετικότητα ως βάση και χαρακτηριστικό διαφορετικής εθνικής ταυτότητας, τους Μαυροβούνιους μουσουλμάνους να δηλώνουν εθνικά Μαυροβούνιοι και μουσουλμάνοι μόνο στο θρήσκευμα, ενώ ένα τρίτο μέρος έμεινε προσκολλημένο στην ιδιαίτερη εθνοτική ταυτότητα των σλάβων Μουσουλμάνων της γιουγκοσλαβικής περιόδου. Οι αυτοπροσδιοριζόμενοι ως Βόσνιοι Μουσουλμάνοι συσπειρώνονται κυρίως γύρω από το «Βοσνιο-Μουσουλμανικό Κόμμα» (Bošnjačka Stranka), το οποίο κατέβασε ψηφοδέλτιο στους δήμους Berane, Bijelo Polje, Plav, και Rožaje, αλλά πήρε μόνο 2 έδρες στο Bijelo Polje και 2 στο Rožaje, όπου ήταν υποψήφιος και ο πρόεδρος του, Rafet Husović. Στο Rožaje, όπου μεγάλο μέρος του πληθυσμού είναι μουσουλμάνοι, κατέβηκε και ψηφοδέλτιο υπό την ονομασία «Βοσνιο-Μουσουλμανικό Δημοκρατικό Κόμμα» (Bošnjačka Demokratska Partija) του Redžep Kurbardović, το οποίο απέσπασε άλλες 2 έδρες, αν και τελικά την πλειοψηφία σε αυτό τον δήμο απέσπασε ο κυβερνητικός συνασπισμός. Το κύριο αντίπαλο δέος για τα κόμματα αυτά αποτελεί το «Βόσνιοι Μουσουλμάνοι Μαζί, Σαν Ένα» (Bošnjaci Muslimani Zajedno-Jedno) τους, κόμμα που εκφράζει ένα ευρύτερο βοσνιο-μουσουλμανικό κοινό και το οποίο συγκέντρωσε 1,08% στην επικράτεια στις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές, παρότι σε αυτές προτίμησε να συμμετέχει στον κυβερνητικό συνασπισμό, ως μέρος του οποίου απέσπασε οριακά κέρδη της τάξης του 1,1%.
Τα πνεύματα είναι πιο οξυμένα στο εσωτερικό της αλβανικής μειονότητας της χώρας, καθώς αρκετοί Αλβανοί δεν είναι ικανοποιημένοι με την «κακοδιοίκηση» της προηγούμενης τετραετίας και κατηγορούν τον Đukanović για διακρίσεις σε βάρος τους, επιχειρώντας να αποδομήσουν το προφίλ του ως ηγέτη που συνέβαλε στην ανεξαρτησία της χώρας και υπενθυμίζοντας ότι διατηρούσε σχέσεις με το καθεστώς Milošević μέχρι τα μέσα του ’90. Την πολεμική αυτή ωστόσο δεν συμμερίστηκε και το μεγαλύτερο αλβανικό κόμμα, η Αλβανική Δημοκρατική Ένωση (Demokratska Unija Albanaca / Unioni Demokratik i Shqiptare, DUA / UDSH), η οποία συμμετείχε στον κυβερνητικό συνασπισμό και απέσπασε υπολογίσιμα ποσοστά στις περιοχές όπου πλειοψηφεί το αλβανικό στοιχείο. Σημαντικό μέρος αυτής της επιτυχίας οφείλεται στον αρχηγό της, Ferhat Dinoša, ο οποίος θεωρείται «βετεράνος» της πολιτικής στο Μαυροβούνιο και διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην νίκη του κυβερνητικού συνασπισμού. Η έλλειψη ενός αντίστοιχου δυναμικού ηγέτη στα κόμματα της αντιπολίτευσης τα κάνει κατά πολλούς να υπολείπονται σε σχέση με το DUA. Η σύμπραξη του DUA με την κυβέρνηση οδήγησε σε μερική διάσπαση των Αλβανών ψηφοφόρων, ανεβάζοντας τους τόνους στην έντονη αντιπαράθεση μεταξύ των αλβανικών κομμάτων.
Παρά τις επί μέρους διαφορές τους, οι Αλβανοί υποψήφιοι και τα αλβανικά ψηφοδέλτια που μετείχαν στις εκλογές υπήρξαν περισσότερα από ότι σε οποιαδήποτε άλλη εκλογική αναμέτρηση στο Μαυροβούνιο. Η προεκλογική εκστρατεία τους επικεντρώθηκε κυρίως στον δήμο του Ulcinj και το δημοτικό διαμέρισμα του Tuzi, όπου το αλβανικό στοιχείο αποτελεί πλειοψηφία. Το Ulcinj είναι ένας από τους 14 δήμους της χώρας, ενώ το Tuzi έχει την ιδιαιτερότητα ότι δεν αποτελεί διακριτή διοικητική και εκλογική περιφέρεια, όπως θα προτιμούσαν οι περισσότερες αλβανικές πολιτικές δυνάμεις, αλλά υπάγεται διοικητικά στην πρωτεύουσα Podgorica, από την οποία άλλωστε απέχει 11 χιλιόμετρα. Στα 35 εκλογικά κέντρα του δήμου του Ulcinj, οι 17 περίπου χιλιάδες ψηφοφόροι επέλεξαν μεταξύ 9 ψηφοδελτίων, 7 από τα οποία ήταν αλβανικά. Αντίστοιχα, οι 9 χιλιάδες ψηφοφόροι του Tuzi επέλεξαν ανάμεσα σε 5 ψηφοδέλτια, ενώ κάποια από τα μεγαλύτερα αλβανικά κόμματα αγωνίστηκαν και για θέσεις στα δημοτικά συμβούλια της Podgorica, του Plav και του Rožaje.
Όπως έγινε και σε προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις, η προοπτική αναγωγής του Tuzi σε διακριτό δήμο υπήρξε καίριο σημείο αναφοράς, καθώς πολλοί Αλβανοί θεωρούν ότι η υπαγωγή στην πρωτεύουσα δεν δημιουργεί μόνο προστριβές των αρχών του διαμερίσματος με αυτές του ευρύτερου δήμου της Podgorica, αλλά και ευθύνεται για την υψηλή ανεργία και την έλλειψη επενδύσεων στην περιοχή. Η στάση του κόμματος DUA διαφοροποιήθηκε σημαντικά στο σημείο αυτό, υποστηρίζοντας ότι η υπαγωγή στην πρωτεύουσα είναι πλεονέκτημα, διότι έτσι μπορούν να κερδηθούν καλύτερες υπηρεσίες και περισσότερα κρατικά κονδύλια για περιοχές με αλβανικό πληθυσμό. Ωστόσο, ενώπιον της έντονης πολεμικής που αναπτύχθηκε κατά της θέσης αυτής, ο Ferhat Dinoša πραγματοποίησε «άνοιγμα» στο στοιχείο με έντονο εθνικό αίσθημα, δηλώνοντας ότι στις διαβουλεύσεις του με τον Đukanović θα προωθήσει τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την αναγωγή ή μη του Tuzi σε δήμο. Η Podgorica απέφυγε να λάβει θέση, χωρίς ωστόσο να απορρίψει το ενδεχόμενο, άμεσα όμως ορισμένοι κύκλοι υποστήριξαν ότι το δημοψήφισμα δεν θα ήταν ικανοποιητική επιλογή, καθώς σε περίπτωση αρνητικού αποτελέσματος η προοπτική αυτοτέλειας του Tuzi ίσως ενταφιαζόταν οριστικά. Οι σχετικές ανησυχίες για τυχόν αρνητική έκβαση ενισχύουν τις υποψίες ότι το αίτημα για απεξάρτηση από την πρωτεύουσα ίσως δεν τυχαίνει τελικά τόσο ευρείας αποδοχής μεταξύ του αλβανικού πληθυσμού, αλλά χρησιμεύει μάλλον ως κίνηση τακτικής.
Στην περιοχή του Tuzi συγκροτήθηκαν τελικά δύο μεγάλοι συνασπισμοί: ο κυβερνητικός, υπό την ονομασία «για ένα Ευρωπαϊκό Tuzi» (Za Evropski Tuzi / Për Tuzinin Evropian), στον οποίο συμμετείχαν το κυβερνών DPS, το UDSH του Dinoša και άλλα μικρότερα μουσουλμανικά κόμματα, και η «Συμμαχία για την Μαλέσια» (Koalicija za Malesija / Koalicioni për Malësinë), την οποία αποτελούσαν η Πρωτοβουλία Πολιτών (Grupa Građana / Iniciativa Qytetare, IQ) του Mohamed Gjokaj, η Δημοκρατική Ένωση (Demokratski Savez / Lidhja Demokratike, LD) του Nikolle Camaj, και η Αλβανική Εναλλακτική (Albanska Alternativa / Alternativa Shqiptare, AS) του Gjergj Camaj. Τα κόμματα αυτά απέρριψαν την συνεργασία με το DPS, επικαλούμενα την μέχρι τώρα άρνηση της κυβέρνησης να μετατραπεί το Tuzi σε αυτοτελή δήμο, αλλά και λόγω της προτίμησης που επέδειξε ο Đukanović στο πρόσωπο του Dinoša. Έχοντας την υποστήριξη της διασποράς και επιστρατεύοντας εθνικιστικά συνθήματα της εποχής των βαλκανικών πολέμων, η «Συμμαχία για την Μαλέσια» επένδυσε στο εθνικό αίσθημα του πληθυσμού, κατηγορώντας τους μετέχοντες στον κυβερνητικό συνασπισμό ως προδότες και δηλώνοντας ότι κοινός σκοπός όλων τους θα έπρεπε να είναι η επίτευξη μιας «ιστορικής νίκης». Τα αποτελέσματα ωστόσο διέψευσαν τις προσδοκίες της αντιπολίτευσης, καθώς η εκλογική αναμέτρηση ανέδειξε νικητή τον κυβερνητικό συνασπισμό, ο οποίος συγκεντρώνοντας 2.733 ψήφους κέρδισε 11 από τις 21 έδρες της τοπικής συνέλευσης, αποκτώντας την απόλυτη πλειοψηφία και όντας σε θέση να αναλάβει αυτοδύναμα την τοπική διακυβέρνηση. Το αποτέλεσμα χαιρετίστηκε με σχετική ικανοποίηση από τον αλβανικό πληθυσμό, καθώς η συμμετοχή των μειονοτικών κομμάτων στον κυβερνητικό συνασπισμό αποτελεί εχέγγυο μείωσης των προστριβών μεταξύ της τοπικής αυτοδιοίκησης και της κυβέρνησης, δημιουργώντας ελπίδες για μια καλύτερη συνεργασία. Κάποιοι ωστόσο υπήρξαν λιγότερο αισιόδοξοι με το αποτέλεσμα των εκλογών, εκφράζοντας φόβους ότι η ήττα του αντιπολιτευόμενου συνασπισμού θα μπορούσε να σημαίνει την αρχή μιας σχετικής απομόνωσης για τους Αλβανούς του Tuzi.
Ο κυβερνητικός συνασπισμός κέρδισε όμως υπό την ονομασία «Για ένα Ευρωπαϊκό Ulcinj» (Za Evropski Ulcinj / Për Ulqinin Evropian) την σχετική πλειοψηφία και στο Ulcinj, αποσπώντας 14 από τις 33 έδρες του δήμου. Οι 7 από αυτές ανήκουν στο DPS του πρωθυπουργού Djukanović, ενώ άλλες 7 στο DUA του Dinoša. Ωστόσο, κανένα κόμμα δεν κέρδισε την απόλυτη πλειοψηφία, με αποτέλεσμα να παραμένει ακόμα άγνωστο ποιος θα κυβερνήσει το Ulcinj. Σε αντίθεση με ότι συνέβη στο Tuzi, το μεγαλύτερο αλβανικό κόμμα στο Ulcinj αναδείχθηκε η Νέα Δημοκρατική Δύναμη (Nova Demokratska Snaga / Forca e Re Demokratike), του Nazif Cungu, το οποίο κέρδισε 11 από τις 33 έδρες. Ο Cungu διατήρησε επίσης ιδιαίτερα υψηλούς τόνους κατά την προεκλογική εκστρατεία, κατηγορώντας την προηγούμενη διοίκηση για έλλειψη πρωτοβουλιών, αλλά και υποστηρίζοντας ότι οι εκτεταμένες ιδιωτικοποιήσεις τουριστικών επιχειρήσεων που πραγματοποιήθηκαν στέρησαν το δήμο από πολύτιμους πόρους και έβλαψαν μακροπρόθεσμα την τοπική οικονομία. Ο Cungu δήλωσε ότι «οι αρχηγοί των κομμάτων που έχουν κερδίσει την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων και είναι υπέρ της αλλαγής έχουν την υποχρέωση να σεβαστούν την επιθυμία του λαού», ενώ κάλεσε τις πολιτικές δυνάμεις να συνεργαστούν για αυτή την αλλαγή. Τις δηλώσεις και κατηγορίες του για κακοδιαχείριση συμμερίστηκαν αρκετά άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης, όπως η Πρωτοβουλία των Πολιτών (IQ) και η Αλβανική Εναλλακτική (AS), ενώ παρόμοιες δηλώσεις έκανε και ο αρχηγός των Σοσιαλδημοκρατών (SDP), Selim Resulbegu, ο οποίος δήλωσε διατεθειμένος να συνεργαστεί με τις δυνάμεις που θα εξασφαλίσουν την οικονομική ανάπτυξη και την βελτίωση των υποδομών του δήμου, ζητήματα στα οποία δίνει ιδιαίτερη σημασία και θεωρεί ότι παραμελήθηκαν την προηγούμενη τετραετία. Καθοριστικός ίσως αποδειχθεί και ο ρόλος του πρώην δήμαρχου της πόλης Gëzim Hajdinaga και βασικού στελέχους του Δημοκρατικού Κόμματος Ευημερίας (Partija Demokratskog Prosperiteta / Partia e Prosperiteti Demokratik, PDP), ο οποίος δήλωσε ότι θα υπογράψει προσεχώς συμφωνία με τον κυβερνητικό συνασπισμό, με τον οποίο έχει άλλωστε συνεργαστεί και στο παρελθόν. Το κόμμα του αποχώρησε από τον συνασπισμό της αλβανικής αντιπολίτευσης το 2007, και κατήλθε φέτος στις δημοτικές εκλογές μόνο του. Η Δημοκρατική Ένωση (LD) κατάφερε επίσης να κερδίσει μια έδρα, ενώ ο αρχηγός της Saubih Mehmeti κάλεσε τα εθνικά αλβανικά κόμματα να συνεργαστούν με κύριο στόχο την υπεράσπιση της εθνικής ταυτότητας, η οποία κατά τον ίδιο θίχτηκε σοβαρά στις τελευταίες εκλογές.
Παρότι η ταυτότητα είχε σίγουρα κεντρικό χαρακτήρα σε αυτές τις εκλογές, δεν αποτέλεσε το μοναδικό κριτήριο διαχωρισμού του εκλογικού κοινού. Μετά από δέκα και πλέον χρόνια συνεργασίας με το DPS, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (Socialdemokratska Partija, SDP) του προέδρου της βουλής Ranko Krivokapić επέλεξε να κατέβει στις εκλογές συγκεκριμένων δήμων μόνο του, χωρίς να μετέχει στον κυβερνητικό συνασπισμό. Η πιο σημαντική παρουσία του υπήρξε στην πρωτεύουσα Podgorica, όπου το SDP αναμένεται να παίξει καίριο ρόλο στη διαμόρφωση της τοπικής κυβερνητικής πλειοψηφίας. Πιο συγκεκριμένα, ο συνασπισμός του DPS κέρδισε στην Podgorica 28 από τις 57 έδρες της τοπικής βουλής, ο συνασπισμός της αντιπολίτευσης 24, ενώ το SDP του Krivokapić 5 έδρες. Η εξέλιξη αυτή έκανε εκπροσώπους του SDP να δηλώσουν ότι είναι οι «πραγματικοί νικητές» και ο «καθοριστικός παράγοντας» των εκλογών, καθώς η όποια συμμαχία τους θα καθορίσει τον τελικό νικητή στην Podgorica. Ο συνασπισμός της αντιπολίτευσης δήλωσε άμεσα έτοιμος να συζητήσει με το SDP για συνεργασία. Θερμό ενδιαφέρον εκδήλωσε και ο Đukanović για συνεργασία με το SDP, αν και δεν έχασε την ευκαιρία να «υπενθυμίσει» ότι στις προηγούμενες δημοτικές εκλογές που τα δύο κόμματα συνεργάστηκαν κέρδισαν 29 έδρες, ενώ σε αυτές το DPS χωρίς συνεργασία με το SDP κατέλαβε 28. Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες των τελευταίων ημερών DPS και SDP προτίθενται να καταλήξουν σε συμφωνία. Βασικό σημείο διαφοράς αποτελεί το πολιτκό μέλλον του αμφιλεγόμενου νυν δημάρχου Miomir Mugoša την ηγεσία του οποίου αντιστρατεύεται το SDP. Σε κάθε περίπτωση, είναι σχεδόν απόλυτα σίγουρο ότι το SDP και ο Krivokapić θα έχουν βαρύνοντα ρόλο στο περιφερειακό της συμβούλιο της πρωτεύουσας. Ομοίως, από το SDP εξαρτάται και η σύμπηξη τοπικής κυβέρνησης και στα Golubovci, Rožaje και Andrijevica.
Η διενέργεια και τα αποτελέσματα των δημοτικών εκλογών στο Μαυροβούνιο υπήρξαν καίριας σημασίας, σε μια περίοδο που η χώρα βρίσκεται εν αναμονή της γνωμοδότησης (avis) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την αίτηση ένταξης της και η προβολή ενός ανεκτικού και φιλοευρωπαϊκού προφίλ της συμβάλλει θετικά για τις προοπτικές ένταξης στους ευρύτερους ευρωατλαντικούς θεσμούς. Παρά τις μέχρι στιγμής θετικές εντυπώσεις και την ικανοποιητική πρόοδο που έχει συντελεστεί σε σειρά πεδίων πολιτικής, η ηγεσία δεν κατάφερε να αποφύγει τις κατηγορίες για νοθεία, ενώ εξακολουθεί να υποβόσκει μια νέα πολιτική κρίση. Ο λόγος είναι ότι τον περασμένο Μάρτιο ο Đukanović εκδήλωσε δημόσια την πρόθεση του να παραιτηθεί, χωρίς ωστόσο να προσδιορίσει πότε και υπό ποιους όρους. Αυτό σημαίνει ότι έχει μεν προκαλέσει μια εκτόνωση σε σχέση με το δυσμενές κλίμα που είχε διαμορφωθεί εναντίον του, με τις κατηγορίες για διαφθορά και ξέπλυμα μαύρου χρήματος, διαθέτει όμως την ευχέρεια να παραμείνει στη θέση αυτή για αρκετούς ακόμα μήνες, ή ακόμη και μέχρι το τέλος της θητείας του, το 2013. Ο Μαυροβούνιος πρωθυπουργός δήλωσε ότι θα παραιτηθεί για να ασχοληθεί περισσότερο με τα επαγγελματικά του ζητήματα, αρνούμενος ότι η απόφαση του συνδέεται με έξωθεν πιέσεις. Γεγονός ωστόσο είναι ότι εν όψει της πιθανής αποχώρησης του έχουν ξεκινήσει παρασκηνιακές επαφές στο εσωτερικό του κόμματος για τη διαδοχή, ενθαρρύνοντας διασπαστικά φαινόμενα στο εσωτερικό του κόμματος, όσο και στον ευρύτερο συνασπισμό, τα οποία μπορεί να έχουν επιπτώσεις στη συνοχή της κυβέρνησης, αλλά και στην ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας. Σε κάθε περίπτωση, και με την πρόσφατη σημαντική εκλογική επιτυχία του κόμματος του, αποδεικνύεται ο κεντρικός ρόλος του Đukanović στην πολιτική σκηνή της χώρας.
Ο Γιώργος Λιμαντζάκης είναι βοηθός ερευνητής και ο Bledar Feta junior ερευνητής στο Ελληνικό Κέντρο Ευρωπαικών Μελετών.
Είναι μέλη της ερευνητικής ομάδας του U.S.-Greece Task Force: Transforming the Balkans

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου